αιγινήτικος

αιγινήτικος
η , ο 1. эгинский;
2. πλ. :

τα αιγινήτικα — фисташки


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "αιγινήτικος" в других словарях:

  • Αἰγινητικός — of the Aeginetan School masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αιγινήτικος — η, ο (Α αἰγινητικός, ή, όν) [Αἰγινήτης] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Αίγινα ή προέρχεται από αυτήν «αἰγινητικά ἔργα» (Παυσανίας) αγάλματα τής Σχολής τής Αίγινας, νεώτ. «αιγινήτικα κανάτια», τα γνωστά πήλινα που κατασκευάζονταν ιδίως στην… …   Dictionary of Greek

  • αιγινήτικος — η, ο αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Αίγινα: Τα αιγινήτικα κανάτια ήταν ονομαστά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Αἰγινητικά — Αἰγινητικός of the Aeginetan School neut nom/voc/acc pl Αἰγινητικά̱ , Αἰγινητικός of the Aeginetan School fem nom/voc/acc dual Αἰγινητικά̱ , Αἰγινητικός of the Aeginetan School fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰγινητικῶν — Αἰγινητικός of the Aeginetan School fem gen pl Αἰγινητικός of the Aeginetan School masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰγινητικόν — Αἰγινητικός of the Aeginetan School masc acc sg Αἰγινητικός of the Aeginetan School neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰγινητικοῖς — Αἰγινητικός of the Aeginetan School masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰγινητικούς — Αἰγινητικός of the Aeginetan School masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰγινητικῇ — Αἰγινητικός of the Aeginetan School fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰγινητική — Αἰγινητικός of the Aeginetan School fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰγινητικῷ — Αἰγινητικός of the Aeginetan School masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»